του Νικόλαου Κούστα
Τα φυτοφάρμακα έχουν μια ιστορία τουλάχιστον 4500 ετών, με τις πρώτες μαρτυρίες να προέρχονται από τη Μεσοποταμία και την Ινδία. Ο πρώτος λαός που χρησιμοποίησε κάποια χημική ουσία και πιο συγκεκριμένα το θειάφι, για την αντιμετώπιση των εντόμων ήταν οι Σουμέριοι το 2500 π.Χ. Άλλο ένα παράδειγμα είναι η εφαρμογή του φυτού ελλέβορος για την αντιμετώπιση των τρωκτικών από τους Ρωμαίους. Η πρώτη βιολογική αντιμετώπιση σημειώθηκε στην Κίνα το 300μ.Χ. όπου παρατηρήθηκε εγκατάσταση αρπακτικών μυρμηγκιών του γένους Oecophylla smaragdina σε καλλιέργειες οπωροφόρων με στόχο την καταπολέμηση των προνυμφών που έτρωγαν τους καρπούς και τα φύλλα. Άλλο ένα παράδειγμα αποτελεί το έργο Historia Naturalis του ιστορικού Plinius στο οποίο γίνεται αναφορά σε ασθένειες σιτηρών, δέντρων και αμπέλου, σε μέτρα για την αποφυγή των ασθενειών αλλά και στη χρήση του αρσενικού ως εντομοκτόνο (Hassall, 1990, Kaushik & Kaushik, 2006). Ο Πλίνιος αναφέρθηκε το 70μ.Χ. στην προστασία της μηλιάς από τα σκουλήκια μέσω του δηλητηρίου της πράσινης σαύρας που αποτέλεσε το πρώτο οργανικό χημικό.
Για την αντιμετώπιση της ψώρας στην καμήλα με τη χρήση ορυκτών ελαίων αναφέρεται ο Μάρκο Πόλο το 1300μ.Χ. και παράλληλα έκανε εισαγωγή στην Ευρώπη το φυσικό πύρεθρο ευρέως γνωστό το οποίο μέχρι και σήμερα χρησιμοποιείται ως βιολογικό προϊόν και συντελεί επίσης στη σύνθεση των υπόλοιπων πυρεθρινοειδών. Στην Γαλλία χρησιμοποιήθηκε το 1763 ο καπνός στην αντιμετώπιση των αφίδων, ενώ το 1787 ο συνδυασμός του σαπουνιού με το νέφτι εφαρμόστηκε ως εντομοαπωθητικό, επίσης ανακαλύφθηκε το 1809 ότι οι αφίδες θανατώνονται από τη νικοτίνη. Ο γάλλος καθηγητής βοτανικής Alexis Millardet το 1870 μετά από πειράματα ανακάλυψε ότι το μίγμα θειικού χαλκού και ένυδρου ασβέστη που το ονόμασε «βορδιγάλειο πολτό» επιδρά αρνητικά στο περονόσπορο. Έτσι λοιπόν, ο «βορδιγάλειος πολτός» χρησιμοποιήθηκε για αρκετά χρόνια ως μυκητοκτόνο και βακτηριοκτόνο στα φυτά (Παπαδοπούλου, Μουρκίδου, 1991).
Με το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, σήμανε μια ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών και μία τεράστια ανάγκη για την κάλυψη στην σίτιση, έτσι ώστε οι δεκαετίες 1940 και 1950 να θεωρούνται η απαρχή των συνθετικών φυτοφαρμάκων.
Στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1980 η χρήση των φυτοφαρμάκων παρουσίασε αύξηση δεκαπενταπλάσια ενώ το 1990 η χρήση άρχισε να σταματάει. Με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος το 2008 οι γεωργοί χρησιμοποίησαν 7,4kg φυτοπροστατευτικών προϊόντων ανά 10 στρέμματα ενώ ο μέσος όρος της Ευρώπης δεν ξεπερνάει τα 4,5kg (Βουτυράκης, 2005). Η Ελλάδα το 2002 κατείχε τη δεύτερη θέση καθώς μόνο το 3,6% των υπολειμμάτων των φυτοφαρμάκων βρέθηκαν στα προϊόντα. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται τόσο στα εγχώρια όσο και στα εισαγόμενα προϊόντα είναι πάνω από 2000.
Τί ορίζουμε ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή φυτοφάρμακα ;
Τα προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούνται στην προστασία των φυτών από τα διάφορα παθογόνα ονομάζονται φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή φυτοφάρμακα. Εφαρμόζονται διά του φυλλώματος, του εδάφους ή ως επενδυτικά σπόρων. Φυτοπροστατευτικό προϊόν αποτελεί η κάθε ουσία ή το μίγμα ουσιών (μεταβολίτες, συνεργιστές, ρυθμιστές κλπ) που ως στόχο έχει/ουν την παρεμπόδιση, την καταστροφή ή ακόμη και την απώθηση ενός φυτοπαράσιτου, καθώς και την ρύθμιση της ανάπτυξης και εξέλιξης των φυτών.
Aνάλογα με το είδος του φυτοπαράσιτου που επηρεάζουν ή αναλόγως τη δράση τους διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
1) μυκητοκτόνα (fungicides)
2) βακτηριοκτόνα (bactericides)
3) εντομοκτόνα (insectisides)
4) ακαρεοκτόνα (acaricides)
5) νηματωδοκτόνα (nematicides)
6) ζιζανιοκτόνα (herbicides)
7) τρωκτικοκτόνα (rodenticides)
8) κοχλιολειμακοκτόνα (molluscicides)
9) απολυμαντικά ή υποκαπνιστικά (fumigants)
10) απωθητικά (repellents) κ.α.
Ολοκληρωμένοι στόχοι ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος:
α) να φέρει αποτελέσματα σε μικρές συγκεντρώσεις
β) να μην είναι φυτοτοξικό
γ) να μην επηρεάζει οργανισμούς μη στόχους
δ) να μην ρυπαίνει το περιβάλλον
ε) να μην αποτελεί κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου
Ασφάλεια χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων:
Με απόφαση του Καν (ΕΕ) 2020/592 (Β΄ 2762), για την ασφάλεια του χρήστη πρέπει να υπάρχει πιστοποίηση των χρηστών. Δηλαδή απαιτείται εκπαίδευση και χορήγηση άδειας σε εκείνους που χειρίζονται και εφαρμόζουν τα φυτοφάρμακα.